Παντελής Κυπριανός, Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πατρών
Για λόγους σχετικούς με τη συγκρότηση του ελληνικού κράτους, το σχολείο και τα πτυχία απέκτησαν υψηλή ιδιαίτερη αξία. Αυτό μεταφράστηκε σε «όνειρο» για το πτυχίο χάρη κυρίως στη απασχόληση στο δημόσιο, χάρη στην διεύρυνση των κοινωνικών υπηρεσιών αλλά και των πελατειακών σχέσεων.
Η τρέχουσα οικονομική κρίση δοκιμάζει το όνειρο αυτό. Τα τελευταία χρόνια σε πολλές δυτικές χώρες έχουμε μείωση των δαπανών για την εκπαίδευση. Στην Ελλάδα η μείωση την τελευταία πενταετία ξεπέρασε κάθε προηγούμενο.
Η τρέχουσα οικονομική κρίση δοκιμάζει το όνειρο αυτό. Τα τελευταία χρόνια σε πολλές δυτικές χώρες έχουμε μείωση των δαπανών για την εκπαίδευση. Στην Ελλάδα η μείωση την τελευταία πενταετία ξεπέρασε κάθε προηγούμενο.
Η χρηματοδότηση μειώθηκε κατά 35,6% για να φτάσει στο 2,23% του ΑΕΠ όταν ο μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση κυμαίνεται στο 5%. Μειώθηκαν οι σχολικές μονάδες κατά 2.000, οι εκπαιδευτικοί της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας κατά 30% και οι αποδοχές τους κοντά στο 45%.
Αυτά περνούν στη σχολική τάξη. Ανασφάλεια για τους εκπαιδευτικούς, μειωμένες προσδοκίες από τη δουλειά, απουσία κινήτρων για επένδυση στο σχολείο. Όλα αυτά έχουν το αντίκρισμά τους στους μαθητές και τους γονείς. Απαξίωση των εκπαιδευτικών, απαξίωση κυρίως του σχολείου το οποίο τους δίνει λίγες χαρές και, κυρίως, δεν τους διασφαλίζει το μέλλον με δεδομένους τους πρωτόγνωρους δείκτες της ανεργίας.
Δεν είναι άμοιρο των παραπάνω η συζήτηση το τελευταίο διάστημα για το σχολικό εκφοβισμό και τη βία (bullying). Προς την ίδια κατεύθυνση μπορούμε να δούμε κι άλλους δείκτες. Η σχολική διαρροή παραμένει υψηλή καθώς κοντά στα 18% των παιδιών, κυρίως αγόρια, δεν τελειώνουν τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Αντίστοιχα φαίνεται ότι τα τελευταία χρόνια έχουμε μία αύξηση της τάξης του 11,4% των παιδιών που δεν παρακολουθούν τακτικά τα μαθήματα στο γυμνάσιο και το λύκειο. Προσθέτω ακόμη ότι από 19.700 το σχολικό έτος 2013-2014 ο αριθμός των παιδιών στα ΕΠΑΛ αυξήθηκε την επόμενη χρονιά σε 21.897. Κι αυτό όταν ο συνολικός αριθμός των μαθητών μειώνεται και πολλά τμήματα των ΕΠΑΛ διαλύονται λόγω της υπαγωγής καθηγητών τους σε καθεστώς «διαθεσιμότητας».
Κάπως πιο αισιόδοξα είναι τα πορίσματα της έρευνας του «Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου Ψυχικής Υγιεινής (ΕΠΙΨΥ) το 2014 σε πανελλαδικό δείγμα 4.141 μαθητών, 11-15 χρονών. Σύμφωνα με αυτή ο αριθμός των παιδιών που «δεν τους αρέσει καθόλου το σχολείο» αυξάνει μέχρι το 2010 και μετά μειώνεται. Ανάλογη τάση παρατηρείται όσον αφορά την εμπιστοσύνη των παιδιών στους καθηγητές. Αντίθετα μειώνεται διαρκώς η εμπιστοσύνη των παιδιών στους συμμαθητές τους.
Σε κάθε περίπτωση πολλά από τα προαναφερθέντα στοιχεία είναι ανησυχητικά καθώς δείχνουν μία τάση δημιουργίας μαθητών διαφορετικών ταχυτήτων, καθρέπτισμα ανάλογων φαινομένων στον κοινωνικό ιστό. Και είναι ανησυχητικά όχι μόνο γιατί οδηγούν σε διευρυνόμενες ανισότητες αλλά γιατί οδηγούν στην περιθωριοποίηση όλο και μεγαλύτερες ομάδες παιδιών σε ένα περιβάλλον που το σχολείο και η γνώση είναι απαραίτητα για την ατομική και συλλογική επιβίωση.
Αυτά περνούν στη σχολική τάξη. Ανασφάλεια για τους εκπαιδευτικούς, μειωμένες προσδοκίες από τη δουλειά, απουσία κινήτρων για επένδυση στο σχολείο. Όλα αυτά έχουν το αντίκρισμά τους στους μαθητές και τους γονείς. Απαξίωση των εκπαιδευτικών, απαξίωση κυρίως του σχολείου το οποίο τους δίνει λίγες χαρές και, κυρίως, δεν τους διασφαλίζει το μέλλον με δεδομένους τους πρωτόγνωρους δείκτες της ανεργίας.
Δεν είναι άμοιρο των παραπάνω η συζήτηση το τελευταίο διάστημα για το σχολικό εκφοβισμό και τη βία (bullying). Προς την ίδια κατεύθυνση μπορούμε να δούμε κι άλλους δείκτες. Η σχολική διαρροή παραμένει υψηλή καθώς κοντά στα 18% των παιδιών, κυρίως αγόρια, δεν τελειώνουν τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Αντίστοιχα φαίνεται ότι τα τελευταία χρόνια έχουμε μία αύξηση της τάξης του 11,4% των παιδιών που δεν παρακολουθούν τακτικά τα μαθήματα στο γυμνάσιο και το λύκειο. Προσθέτω ακόμη ότι από 19.700 το σχολικό έτος 2013-2014 ο αριθμός των παιδιών στα ΕΠΑΛ αυξήθηκε την επόμενη χρονιά σε 21.897. Κι αυτό όταν ο συνολικός αριθμός των μαθητών μειώνεται και πολλά τμήματα των ΕΠΑΛ διαλύονται λόγω της υπαγωγής καθηγητών τους σε καθεστώς «διαθεσιμότητας».
Κάπως πιο αισιόδοξα είναι τα πορίσματα της έρευνας του «Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου Ψυχικής Υγιεινής (ΕΠΙΨΥ) το 2014 σε πανελλαδικό δείγμα 4.141 μαθητών, 11-15 χρονών. Σύμφωνα με αυτή ο αριθμός των παιδιών που «δεν τους αρέσει καθόλου το σχολείο» αυξάνει μέχρι το 2010 και μετά μειώνεται. Ανάλογη τάση παρατηρείται όσον αφορά την εμπιστοσύνη των παιδιών στους καθηγητές. Αντίθετα μειώνεται διαρκώς η εμπιστοσύνη των παιδιών στους συμμαθητές τους.
Σε κάθε περίπτωση πολλά από τα προαναφερθέντα στοιχεία είναι ανησυχητικά καθώς δείχνουν μία τάση δημιουργίας μαθητών διαφορετικών ταχυτήτων, καθρέπτισμα ανάλογων φαινομένων στον κοινωνικό ιστό. Και είναι ανησυχητικά όχι μόνο γιατί οδηγούν σε διευρυνόμενες ανισότητες αλλά γιατί οδηγούν στην περιθωριοποίηση όλο και μεγαλύτερες ομάδες παιδιών σε ένα περιβάλλον που το σχολείο και η γνώση είναι απαραίτητα για την ατομική και συλλογική επιβίωση.